Κυριακή 29 Ιουνίου 2014

επιστροφή.

όμορφες μέρες του ιούνη. όλη η αθήνα ένα πανηγύρι. φεστιβάλ, εκδηλώσεις, δράσεις. όχι πλαισιωμένες από κυβερνητικούς μηχανισμούς και εταιρίες. σε πλατείες, πάρκα και λοιπούς χώρους ο άνθρωπος δρα, δημιουργεί και αναπνέει. όταν κλείσει αυτός ο κύκλος, τίποτα δε θα θυμίζει την αρτιότητα μιας εκδήλωσης, ο ίδιος ο χώρος όμως θα έχει σηματαδοτηθεί από την τρυφερότητα, την εγγύτητα, την αίσθηση του ''ανήκειν'. της βεβαιότητας πως μια άλλη ζωή στέκεται πιο πέρα και μας κλείνει το μάτι. θα παίρνουμε μια ανάσα και θα προχωράμε.
 
χθες αργά γυρνώντας με το ταξί από μια τέτοια πραγματικότητα.το να παίρνεις ταξί τέτοιες ώρες, γεννάει μια μικρή ανησυχία. ιδιαίτερα, αν ο προορισμός σου σε βγάζει από το κέντρο και σε στέλνει κατ' ευθείαν στο βουνό. πολλά ταξί στην πιάτσα, πρώτη αίσθηση σιγουριάς. μπαίνω στο πρώτο, στη διαπασών το κλαρίνο. μετά από μια βραδιά καλοπαιγμένης swing μουσικής, θα μπορούσα να το εκλάβω και ως βαρβαρότητα, αλλά τέτοιες ώρες θεωρείται ως ένα δεύτερο σημάδι ασφάλειας. πόσοι οδηγοί ταξί που συχνάζουν στη συγκεκριμένη πιάτσα, αρέσκονται σε ''δημοτικά'' ακούσματα?

καθησυχασμένη χώθηκα στο πίσω κάθισμα, έδωσα τον προορισμό μου και δεν ξανάκουσα την μουσική, μέχρι που κατάλαβα πως κόντευα να φτάσω. βρισκόμασταν στην τελευταία διακλάδωση του δρόμου. αριστερά σε πάει κατ' ευθείαν στο βουνό, δεξιά φτάνεις σπίτι. το μυαλό σε εγρήγορση. ''αριστερά'', μου έχει ξεφύγει αρκετές φορές - μου είναι κι εύκολο - και το ταξί έχει κοκαλώσει. ''πού, στο βουνό?'' εύλογη η απορία του οδηγού. ''συγνώμη, δεξιά ήθελα να πω, αλλά τέτοιες ώρες...'' τέτοιες ώρες, τέτοια λόγια! συμβουλεύτηκα το βραχιολάκι-οδηγό και ... ''δεξιά!''.

μόλις είχαμε περάσει τον ξενώνα και βρισκόμασταν μπροστά στο υδραγωγείο. το βουνό μπροστά. ''να 'ξερες τί μου θυμίζεις κοπελλιά, εδώ που μ' έφερες...'' γαμώ την τύχη μου! έπεσα τόσο έξω? ανάσα γρήγορη, το μυαλό σε θέση μάχης. ''τί εννοείτε?'' ''να, δυο χρόνια έζησα εδώ''. αναφερόταν στον ξενώνα. χαλάρωσα. ''άστεγος''. γύρισε και με κύτταξε. σκληρό πρόσωπο, γεμάτο σημάδια εφηβικής (?) ακμής. η καρδιά μου σταμάτησε. ήταν ένας από ΑΥΤΟΥΣ. που αποφεύγουμε να κυττάξουμε, που ευχόμαστε να μην καθίσει δίπλα μας στο λεωφορείο, που μας θυμώνει, γιατί μας θυμίζει πως το ''είμαι'' και ''δεν είμαι'' στις μέρες μας είναι λαχείο. αν το τραβήξεις, πέθανες! 

''θα πρέπει να είστε πολύ περήφανος για τον εαυτό σας!'' ''γιατί?'' γύρισε πάλι και με κύτταξε, σαν αυτή του η ιδιότητα να καθόριζε τη θέση του στον κόσμο. ''γιατί τα καταφέρατε! γυρίσατε...''. ''ναι... ξέρεις, ήταν ωραία χρόνια... πέρασα καλά εδώ'' ''εννοείτε με τους συγκατοίκους ή με το προσωπικό?'' ήθελα να μάθω τί κάνει έναν άνθρωπο να λέει ''πέρασα καλά!'' όταν όλα γύρω του έχουν καταρρεύσει. ''με το προσωπικό. ήταν καλοί άνθρωποι...'' ''χαίρομαι που υπάρχουν τέτοιοι χώροι! κανένας άνθρωπος δεν πρέπει να ζει στο δρόμο!'' είχαμε σχεδόν φτάσει και δεν ήξερα τί να πω σ' έναν άνθρωπο που σου κάνει τέτοιο άνοιγμα και σε 2 λεπτά πρέπει να τον αφήσεις... έσπασε λίγο η φωνή του, βγήκε το παράπονο ''κανένας άνθρωπος δεν πρέπει να ζει στο δρόμο... δεν πρέπει...'' πλήρωσα και βγήκα. ''να είστε καλά!'' ''κι εσύ κοπελλιά...'' περίμενε μέχρι να ξεκλειδώσω και να μπω στο σπίτι - φροντίδα είναι αυτό - και έφυγε. να είναι καλά!