Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

κάτι να γυαλίζει...


δευτέρα βράδυ στο ταξί γυρνώντας σπίτι. ο οδηγός περίπου μεσήλικας, με κοτσίδα. μόλις είχε αποβιβάσει μια κοπέλα, ασιατικής καταγωγής. ''η καημένη, έχει μπερδευτεί μάλλον'' μου εξήγησε χωρίς να τον ρωτήσω και βάλθηκε να μου χαρτογραφεί τη χωρίς αποτέλεσμα διαδρομή που είχε ακολουθήσει. ήμουν πολύ κουρασμένη για να τον ακούσω, επειδή όμως είχε εκφραστεί με συμπάθεια για την νεαρή μετανάστρια, αποφάσισα να τον ανταμείψω παραχωρώντας του λίγη προσοχή.

''μου είπε να την αφήσω, αλλά δεν ξέρει που θέλει να πάει'' συνέχισε. ''μπορεί να πηγαίνει σε δουλειά'' είπα ό,τι μου ήρθε πρώτο στο μυαλό, απλά για να πω κάτι. ''μπα, όχι. δεν φαινόταν για τέτοια κοπέλα. ήταν μαζεμένη, καλό κορίτσι.'' σκέφτηκα τις κοπέλες που είδα προχθές στην 3ης Σεπτεμβρίου, λίγο πριν το Ε.Κ.Α. γυναίκες που θα μπορούσαν να είναι η γειτόνισσα του διπλανού διαμερίσματος, η φίλη που πέρασε φοιτήτρια, μια οποιαδήποτε κοπέλα που συναντάς στη στάση ενός λεωφορείου. τί εννοούσε ''μαζεμένη?

ήμουν πολύ κουρασμένη, για να μπω σε τέτοια κουβέντα. ''δεν με καταλάβατε, εννοούσα ότι μπορεί να κρατάει κάποιο παιδί....'' ''τέτοια ώρα?'' με διέκοψε. ήθελα να τελειώσει η κουβέντα. ''μπορεί να πηγαίνει σε γνωστούς της και να μην ξέρει ακριβώς το δρόμο. υποθέτω θα ρωτήσει και θα το βρει''. ο ταξιτζής συμφώνησε μαζί μου και χώθηκα ανακουφισμένη στο κάθισμα. τέλος γι απόψε...

αμ δε! ο άνθρωπος είχε όρεξη για κουβέντα. εγώ πάλι όχι. αφού μου ανέπτυξε τη θεωρία του που συνοπτικά προέβλεπε το τέλος του κόσμου, άρχισε να μου εξιστορεί τις συνθήκες στις οποίες μεγάλωσε. ''περιμέναμε τον νερουλά να μας φέρει νερό. παίρναμε τρία μπουκάλια για να πίνουμε και πλέναμε τα πιάτα με νερό από το πηγάδι. ο μπαμπάς μου .... '' εδώ σταμάτησα ν' ακούω. η προσφώνηση ''μπαμπάς'' από μεσήλικα με φέρνει σε αμηχανία.

φτάσαμε στο δρόμο μου. σε λίγο θα ήμουν σπίτι! πρόσεξα ένα νεαρό άνδρα, μελαμψό, με κουκούλα. είχε σταθεί στην άκρη του δρόμου, ακίνητος, σαν να κοίταζε κάτι με ενδιαφέρον. τον πρόσεξε και ο ταξιτζής. ''τί θα κάνει το καλόπαιδο? θα σπάσει 'κανα τζάμι'' αποφάσισε. ''μπορεί απλά να κοιτάει κάτι'' απάντησα μπερδεμένη. ο ίδιος άνθρωπος που είχε εκφραστεί με συμπάθεια για μία μετανάστρια, τώρα με εντελώς αυθαίρετο τρόπο καταδίκαζε έναν άνθρωπο λόγω της καταγωγής του.

''έχετε πολλούς τέτοιους πακιστανούς που κοιμούνται έξω?'' με επιβεβεβαίωσε. ''όχι...'' απάντησα προσπαθώντας να αποφασίσω τί θα κάνω. ''πάει, το 'σπασε!'' με ξάφνιασε. ''τον είδατε να το σπάει?'' θα έμπαινα στην κουβέντα. ''όχι, αλλά θα το σπάσει. 'κανα GPS, κάτι θα έχει για να πουλήσει!'' ''μα δεν το έσπασε! και να σας πω και κάτι? δεν θα ήθελα να βρεθώ σε τέτοια θέση, αλλά αν ο άλλος πεινάει, θα κλέψει για να φάει!'' ''ναι, αλλά όχι από 'μένα!'' απάντησε και σταμάτησε το ταξί έξω από το σπίτι μου.

έβγαλα να πληρώσω. γύρισε προς το μέρος μου και τινάχτηκε απότομα. ''τί είναι αυτό?'' τρόμαξε. ''ποιό?'' δεν καταλάβαινα τίποτα. μαζεύτηκε αμέσως.''τίποτα, νόμιζα πως κάτι γυάλιζε''. ακούστηκε ντροπιασμένος. ο ίδιος άνθρωπος που λίγα λεπτά πριν είχε εκφραστεί με τόση σιγουριά και αυτοπεποίθηση υπονοώντας την ανωτερότητά του, είχε φοβηθεί από κάτι που νόμιζε πως είχα (μαχαίρι?). μπερδεύτηκα ακόμη περισσότερο. σαν ''ρατσιστή'' μπορούσα εύκολα να τον αντιμετωπίσω. σαν φοβισμένο όμως? βγήκα από το ταξί και μπήκα στο σπίτι.







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου